Οι υψηλότερες θερμοκρασίες του νερού και τα χαμηλότερα επίπεδα οξυγόνου μπορούν να πλήξουν σοβαρά την παραγωγή, γι’ αυτό οι επιστήμονες συνεργάζονται με ειδικούς στις ιχθυοκαλλιέργειες στην Ελλάδα για να βρουν λύσεις.
«Καθώς ξεκινάμε με ένα νέο σκάφος συλλογής ψαριών στα λαμπερά γαλάζια νερά του Κορινθιακού Κόλπου, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι αυτή η απομακρυσμένη ακτογραμμή θα μπορούσε να πληγεί τόσο σκληρά από την κλιματική αλλαγή», σημειώνει το Euronews.
Αύξηση της θερμοκρασίας του νερού
Ωστόσο, αν έχετε στα χέρια σας ένα θερμόμετρο, θα δείτε σημάδια του πώς οι θάλασσες σε αυτό το ειδυλλιακό, όπως φαίνεται, σημείο θερμαίνονται ραγδαία, όπως και η υπόλοιπη ανατολική Μεσόγειος.
«25,5C αυτή την εποχή, είναι ρεκόρ», λέει ο Γιώργος Τστάτσος καθώς διαβάζει τον αισθητήρα ένα πρωινό του Οκτωβρίου.
Νωρίτερα αυτό το καλοκαίρι, η θερμοκρασία του νερού ανέβηκε στους 29,5C, ενώ πέρυσι έσπασαν το φράγμα των 30 βαθμών για τρεις ημέρες. Τέτοιες θερμοκρασίες νερού είναι κυριολεκτικά εκτός ορίων για τους ιχθυοκαλλιεργητές.
Αυτή η δραματική αύξηση της θερμοκρασίας έρχεται καθώς η Υπηρεσία Κλιματικής Αλλαγής Copernicus ανέφερε ότι ο Σεπτέμβριος του 2024 ήταν ο δεύτερος θερμότερος Σεπτέμβριος που έχει καταγραφεί παγκοσμίως, με θερμοκρασίες 0,7 βαθμούς Κελσίου πάνω από τον μέσο όρο της περιόδου 1991-2020. Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι πολλά μέρη της Μεσογείου γνώρισαν το καλοκαίρι τις θερμότερες θερμοκρασίες επιφάνειας της θάλασσας που έχουν καταγραφεί ποτέ.
Ο κ. Τσάτσος είναι Διευθυντής Επιχειρήσεων στην Kefalonia Fisheries, και αυτός και η ομάδα του κινούνται όσο πιο γρήγορα μπορούν για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής. Τα θερμότερα νερά σημαίνουν πτώση των επιπέδων οξυγόνου, γεγονός που εμποδίζει την ανάπτυξη των ψαριών, αλλά και ενθαρρύνει την εμφάνιση νέων παθογόνων μικροοργανισμών.
Σε απάντηση, έχουν μετακινήσει τους κλωβούς τους πιο μακριά στα ανοιχτά, σε νερά με ισχυρότερα ρεύματα και περισσότερο διαθέσιμο οξυγόνο. Ωστόσο, η απόσταση μισού χιλιομέτρου ή και περισσότερο από την ακτή αφήνει τον εξοπλισμό τους εκτεθειμένο σε ζημιές από τις πιο έντονες καταιγίδες των τελευταίων ετών.
Μια άλλη αλλαγή αφορά τις πυκνότητες των αποθεμάτων. «Βάζουμε λιγότερα ψάρια μέσα στο κλουβί», εξηγεί ο Τσάτσος, «προκειμένου να διασφαλίσουμε ότι περισσότερο καθαρό νερό φτάνει στα ψάρια μας, καθώς καθαρό νερό σημαίνει περισσότερο οξυγόνο».
Τα ίδια τα δίχτυα προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες, με μεγαλύτερες οπές για να επιτρέπουν μεγαλύτερη ροή νερού.
Οι υπεύθυνοι των ιχθυοτροφείων αλλάζουν επίσης τη διατροφή, προσφέροντας γεύμα στα ψάρια δύο φορές την ημέρα, ώστε να έχουν περισσότερο χρόνο να χωνέψουν το διαθέσιμο οξυγόνο.
Υπάρχουν 65 εταιρείες που λειτουργούν 328 ιχθυοκαλλιέργειες στην Ελλάδα, οι οποίες αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα καθώς εκτρέφουν είδη όπως το λαβράκι για τις τοπικές και διεθνείς αγορές.
Τι δείχνει μελέτη του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών
Για να τις βοηθήσουν να διαχειριστούν τα ψάρια τους βραχυπρόθεσμα και να σχεδιάσουν μακροπρόθεσμα, οι επιστήμονες του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών μελετούν τα ψάρια σε ελεγχόμενες συνθήκες στις εγκαταστάσεις τους στην Κρήτη.
Ο Νίκος Παπανδρουλάκης είναι επικεφαλής της έρευνας σε διάφορα συστήματα υδατοκαλλιέργειας σε εσωτερικούς χώρους, όπου το λαβράκι διατηρείται στους 26, 28 και 30 βαθμούς Κελσίου.
«Σε συνθήκες όπου η θερμοκρασία είναι γύρω στους 28-29 βαθμούς Κελσίου, τα ψάρια αναπτύσσονται λιγότερο», εξηγεί. «Αλλά χάνουν επίσης την ικανότητά τους να μετατρέπουν την τροφή σε βιομάζα».
«Στους 33-34C υπάρχει σχεδόν πλήρης ψυχολογική κατάρρευση και τα ψάρια δεν είναι σε θέση να αναπτυχθούν και δεν καταναλώνουν τίποτα».
Η έρευνά του στο πλαίσιο του προγράμματος Climefish της ΕΕ έχει τρεις βασικούς στόχους: πρώτον, τη συλλογή αξιόπιστων δεδομένων σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, όπως η θερμοκρασία, η διαθεσιμότητα οξυγόνου και η οξίνιση, επηρεάζουν τη φυσιολογία και τις επιδόσεις των ψαριών, δεύτερον, τη μοντελοποίηση των επιδόσεων των ψαριών υπό διαφορετικά κλιματικά σενάρια και, τρίτον, την ανάπτυξη εργαλείων που θα βοηθήσουν τους ιχθυοκαλλιεργητές στη λήψη αποφάσεων.
Το αποτέλεσμα είναι δύο εφαρμογές – η μία χρησιμοποιεί δορυφορικά δεδομένα και μοντέλα για την πρόβλεψη των απαιτήσεων των ψαριών σε οξυγόνο λίγες ημέρες νωρίτερα για να βοηθήσει στη σίτιση, ενώ η άλλη επιτρέπει στους ιχθυοκαλλιεργητές να δοκιμάζουν διαφορετικά είδη και τοποθεσίες σε σχέση με το παρελθόν.
«Είναι πολύ σημαντικό οι αγρότες να έχουν τα κατάλληλα εργαλεία για να προσαρμοστούν σήμερα και να σχεδιάσουν το αύριο», καταλήγει.